Πρόκειται για το συναίσθημα που προκύπτει όταν φοβόμαστε ότι η «ιδιαίτερη» σχέση που έχουμε με κάποιον άνθρωπο, απειλείται. Φοβόμαστε ότι ο σύντροφός μας θα χάσει το ενδιαφέρον του για εμάς και θα δημιουργήσει μία στενή σχέση με έναν άλλο άνθρωπο. Μπορεί να ζηλεύουμε το σύντροφο, τους φίλους μας, μέλη της οικογένειάς μας ή ακόμη και συναδέλφους στη δουλειά.
Ορισμένες φορές η ζήλια συγχέεται με το «φθόνο». Ο φθόνος είναι διαφορετικό συναίσθημα που συμβαίνει όταν θεωρούμε ότι κάποιος έχει πετύχει κάτι άδικα, εις βάρος μας. Μπορεί να φθονούμε κάποιον που τον ανταγωνιζόμαστε πχ. στην εργασία, κάποιον που βγάζει περισσότερα χρήματα ή κάποιον που πήρε προαγωγή αντί για εμάς. Δηλαδή ενώ ο φθόνος σχετίζεται με τη σύγκριση, η ζήλια έχει να κάνει με την απειλή για τη σχέση.
Όταν αναφερόμαστε στη ζήλια, ουσιαστικά μιλάμε για ένα συνονθύλευμα συναισθημάτων: άγχους, θυμού, φόβου, απελπισίας, λύπης, ενθουσιασμού… Μπορεί κάποιος να νιώθει ζήλια για μία αντιλαμβανόμενη απιστία, ενώ παράλληλα νιώθει σεξουαλική διέγερση σχετικά με αυτή τη φαντασίωση. Θεωρούμε ότι χρειάζεται να νιώθουμε ένα συναίσθημα τη φορά, ωστόσο τα επώδυνα αρνητικά συναισθήματα μπορεί να αναμειχθούν με θετικά συναισθήματα πχ. αγάπη.
Αναφέρουμε ότι αισθανόμαστε ζήλια, ωστόσο η ζήλια εκτός από το συναισθηματικό φορτίο περιλαμβάνει και σκέψεις, όπως:
Τέλος, προκειμένου να μειώσουμε το αρνητικό συναίσθημα αναλαμβάνουμε δράση, συνήθως ψάχνοντας διαβεβαιώσεις:
Συνεπώς η ζήλια είναι ένα πλήθος συναισθημάτων, αισθήσεων, σκέψεων, ερωτήσεων και στρατηγικών ελέγχου του άλλου. Ουσιαστικά αυτές οι τελευταίες είναι που δημιουργούν το πρόβλημα. Η απάντηση σε όλα αυτά είναι η αιτία που υποφέρουμε. Με άλλα λόγια, άλλο πράγμα είναι να αισθανόμαστε ζήλια και άλλο να πράττουμε με βάση τη ζήλια μας.
Σύμφωνα με τη θεωρία της εξέλιξης των ειδών, οι οργανισμοί δίνουν μάχη για την επιβίωση. Η επιβίωση ουσιαστικά είναι ένας αγώνας για υπεροχή απέναντι στον ανταγωνισμό (αδέλφια, συναδέλφους, σεξουαλικούς ανταγωνιστές). Η ζήλια θα λέγαμε ότι είναι ένα ραντάρ πρώιμης αναγνώρισης αυτών των απειλών. Σε αυτό το πλαίσιο υπάρχουν 2 θεωρίες:
Α. Η 1η λέει ότι είναι πιθανότερο να προστατεύσουμε και να υποστηρίξουμε άτομα με τα οποία μοιραζόμαστε γενετικό υλικό: παιδιά, αδέλφια και στενούς συγγενείς, γιατί έχουμε κάνει μία γενετική επένδυση ώστε να μεταφερθούν τα γονίδιά μας στις επόμενες γενιές. Η ζήλια είναι μία στρατηγική προστασίας, ώστε να δώσουμε την ενέργειά μας σε δικά μας παιδιά για να μεταφέρουμε τα δικά μας γονίδια στην επόμενη γενιά.
Β. Η άλλη θεωρία λέει ότι ζηλεύουμε λόγω του ανταγωνισμού που υπάρχει για τους διαθέσιμους πόρους. Δηλαδή δύο αδέλφια όταν ανταγωνίζονται για το φαγητό και την προστασία των γονιών τους, συχνά μπορεί να εμφανιστούν συναισθήματα ζήλιας. Σε μια έρευνα φάνηκε ότι μωρά 6 μηνών έδειχναν σημάδια στρες και προσπαθούσαν να τραβήξουν την προσοχή της μητέρας τους περισσότερο όταν εκείνη αλληλεπιδρούσε με κάποιο άλλο μωρό από όταν έπαιζε με ένα μη ανθρώπινο αντικείμενο!
Υπάρχει μία βασική διαφορά ανάμεσα στους άνδρες και στις γυναίκες: οι γυναίκες είναι σίγουρες ότι το παιδί τους έχει το δικό τους γενετικό υλικό. Ο άνδρας δεν έχει αυτή τη σιγουριά, αφού το παιδί που ήρθε στον κόσμο μπορεί να είναι οποιουδήποτε. Αυτή η ανασφάλεια πυροδοτεί την ερωτική ζήλια του άνδρα, σαν ένα ραντάρ απειλών, για να εξασφαλίσει ότι το παιδί που θα έρθει στον κόσμο θα έχει τα δικά του γονίδια και δε θα δώσει την ενέργειά του για να μεγαλώσει το παιδί ενός άλλου. Από την άλλη, οι γυναίκες γνωρίζουν ότι το παιδί έχει το δικό τους γενετικό υλικό. Στη δική τους περίπτωση, η ζήλια πυροδοτείται από την ανάγκη για προστασία και φροντίδα που ένας άνδρας θα προσφέρει, ώστε να εξασφαλιστεί η επιβίωση των απογόνων της.
Συνεπώς, οι άνδρες είναι πιθανότερο να νιώσουν ζήλια για σεξουαλική απιστία, ενώ οι γυναίκες για συναισθηματική εγγύτητα του συντρόφου τους με κάποια άλλη γυναίκα, γιατί αυτό σημαίνει ότι οι πόροι και η προστασία θα προσφέρονται σε κάποια άλλη. Λέμε λοιπόν ότι ο άνδρας εκφράζει σεξουαλική ζήλια, ενώ η γυναίκα ζήλια δεσμού.
Η ερωτική ζήλια θεωρείται υγιής όταν το συναίσθημα προκαλείται από έναν βάσιμο φόβο απώλειας σε μια σχέση. Στην υγιή ερωτική ζήλια το άτομο έχει στοιχεία που υποδεικνύουν ότι θα χάσει το σύντροφο ή το ενδιαφέρον του συντρόφου εξαιτίας ενός τρίτου ατόμου. Οι τρόποι με τους οποίους μπορούν αυτά τα συναισθήματα να εκτονωθούν διαφέρουν από άτομο σε άτομο και δεν είναι απαραίτητο να οδηγήσουν σε προβλήματα στη ζωή του ή στη ζωή των γύρω του.
Θα λέγαμε ότι στην ήπια εκδοχή της, η ζήλια μπορεί να ερμηνευθεί ως ένδειξη αγάπης και ενδιαφέροντος. Στις περιπτώσεις αυτές θεωρείται εποικοδομητική, διευκολύνοντας την επικοινωνία και την κατανόηση. Γι’ αυτό υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες ο ένας από τους συντρόφους παραπονείται για την απουσία ζήλιας από τον άλλον ή και επιδίδεται σε συμπεριφορές έκλυσης ζήλιας για να αποσπάσει το ενδιαφέρον ή διαβεβαιώσεις αγάπης.
Ένας άνθρωπος που έχει «παθολογική» ή δυσλειτουργική ζήλια θα οδηγηθεί σε συμπεριφορές όπως:
Όλα αυτά ίσως θεωρούμε ότι θα μας οδηγήσουν στη διάψευση των αρνητικών σκέψεων, στην απόλυτη σιγουριά και τελικά στην ηρεμία. Όμως πυροδοτούν νέα ένταση, απομάκρυνση, γεγονός που με τη σειρά του αποτελεί ένα νέο ερέθισμα απειλής για τη σχέση.
Η ζήλια φαίνεται να εξαρτάται από το επίπεδο αφοσίωσης, αλλά και επένδυσης σε μία σχέση. Στην αρχή μιας ερωτικής σχέσης έχουμε επενδύσει λίγο, άρα και η ζήλια είναι ελάχιστη. Εάν για παράδειγμα βγείτε με κάποιον ένα ραντεβού δεν έχετε να χάσετε και πολλά, οπότε γιατί να ζηλέψετε.
Όταν όμως ξεκινάτε να εμπλέκεστε με τη σχέση και να επενδύετε σε αυτή, έχετε να χάσετε περισσότερα άρα μπορεί να ζηλέψετε. Η ζήλια μπορεί να γίνει περισσότερο έντονη στη μέση φάση μιας σχέσης. Όταν δηλαδή από τη μία υπάρχει επένδυση στη σχέση, αλλά παράλληλα αβεβαιότητα, αφού δεν ξέρουμε πόσο θα διαρκέσει η σχέση, αυτό τροφοδοτεί τη ζήλια. Όσο η σχέση προχωράει η ζήλια μειώνεται, γιατί φεύγει η αβεβαιότητα.
Εμπειρίες από την παιδική ηλικία αλλά και μετέπειτα καταστάσεις, για παράδειγμα οι σχέσεις μας με το άλλο φύλο, μπορεί να πυροδοτήσουν αμφιβολίες για την εμπιστοσύνη, ανησυχίες για προδοσία και αίσθηση ότι δεν μπορούμε να βασιστούμε στους ανθρώπους. Δημιουργούμε δηλαδή κανόνες ζωής και με βάση αυτούς ερμηνεύουμε την πραγματικότητα. Συχνά όμως οι αρνητικές εμπειρίες δημιουργούν κανόνες που δεν ανταποκρίνονται πλήρως στην πραγματικότητα, με αποτέλεσμα να θέτουν εμπόδια στη ζωή μας και στις σχέσεις με τους άλλους.
Για παράδειγμα, σκεφτείτε έναν άνθρωπο που έχει ζήσει σε ένα οικογενειακό περιβάλλον όπου υπήρχε η συνεχής απειλή ότι κάποιος γονέας θα φύγει από το σπίτι. Αυτό μπορεί να δημιουργήσει κανόνες ζωής όπως: «Ανά πάσα στιγμή μπορεί να βρεθώ μόνος» ή «Οι άνθρωποι δεν είναι άξιοι εμπιστοσύνης». Τέτοιοι κανόνες μπορούν να αποτελέσουν το υπόβαθρο για την έκφραση ζήλιας στις μετέπειτα σχέσεις.
Μία ακόμη σημαντική παράμετρος που προδιαθέτει για τη ζήλια, βασίζεται στο πόσο ασφαλείς αισθανόμαστε μέσα σε ένα δεσμό με άλλους ανθρώπους. Όσο πιο ασφαλή δεσμό έχουμε αναπτύξει κατά τη βρεφική ηλικία, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες για δημιουργία θετικών συναισθηματικών δεσμών στο μέλλον. Στον αντίποδα, τα άτομα που έχουν αναπτύξει ανασφαλή δεσμό κατά τη βρεφική ηλικία είναι πιθανότερο να εμφανίσουν ζήλια.
Η ζήλια ως σύμπτωμα ψυχικής διαταραχής λαμβάνει δύο μορφές:
Αυτό δε σημαίνει ότι κάθε έκφραση ζήλιας ανήκει σε κάποια από τις δύο κατηγορίες. Όπως προαναφέρθηκε υπάρχει η φυσιολογική ζήλια και η παθολογική ζήλια που δεν είναι διαταραχή αλλά δημιουργεί εμπόδια στη σχέση.
Όταν έχει ενεργοποιηθεί το σύστημα της ζήλιας, οι σκέψεις και τα συναισθήματά μας είναι σαν να βρίσκονται σε μία θύελλα, όπου μας παρασέρνουν οι άνεμοι φόβου, θυμού, μπερδέματος και λύπης. Θεωρούμε ότι η ζωή μας χρειάζεται να είναι δίχως συναισθήματα ζήλιας, θυμού, άγχους, λύπης, ματαίωσης και ότι θα πρέπει να είμαστε χαρούμενοι διαρκώς.
Επειδή μας κυριεύει η τάση να ζούμε μόνο θετικά συναισθήματα προσπαθούμε να απαλλαγούμε από τα αρνητικά, να μπλοκάρουμε τις σκέψεις και να καθαρίσουμε το μυαλό μας. Στην προσπάθειά μας να εξαλείψουμε τα δυσάρεστα συναισθήματα, επιδεινώνουμε την κατάσταση, αφού η καταστολή του συναισθήματος επιφέρει αντίθετα αποτελέσματα και μας αναστατώνει περισσότερο. Συνεπώς ένα πρώτο βήμα θα ήταν να αποδεχτούμε τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας, όπως θα το κάναμε για έναν περίεργο θείο που έρχεται κάθε χρόνο στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Μπορούμε δηλαδή να εντοπίσουμε, να παρατηρήσουμε και στο τέλος να αποδεχτούμε, δίχως να εμπλακούμε στο συναίσθημα. Σαν να ακούμε ένα ραδιοφωνικό σταθμό ενώ κάνουμε κάποια δουλειά. Εμείς συνεχίζουμε τη δουλειά μας κι ας υπάρχει η μουσική στο υπόβαθρο.
Μία ακόμη στρατηγική είναι η λειτουργική διαχείριση των σκέψεων και πεποιθήσεων σχετικών με τη ζήλια:
Όταν βλέπουμε ότι τα πράγματα δημιουργούν προβλήματα στη ζωή μας, ίσως θα ήταν χρήσιμο να απευθυνθούμε σε κάποιον ειδικό για να μάθουμε να διαχειριζόμαστε την κατάσταση.
Η αλήθεια είναι ότι η ζήλια δεν αφορά μόνο αυτόν που τη βιώνει, αλλά και τον αποδέκτη της. Ο σύντροφος που είναι το αντικείμενο της ζήλιας ενδεχομένως να αισθάνεται αδικία, να αντεπιτίθεται στις επιθέσεις, να διακηρύσσει την αθωότητά του ή να απομακρύνεται. Το πώς θα διαχειριστούν τα δύο άτομα την κατάσταση θα καθορίσει εάν θα απομακρυνθούν ή θα δουλέψουν μαζί ώστε να έρθουν πιο κοντά. Προς σε αυτή την κατεύθυνση θα ήταν χρήσιμο:
πηγές: Leahy RL (2018) The jealousy cure, Ευθυμίου Κ, Καπνογιάννη Σ (2013) Οι θεωρίες γύρω από τις διαφυλικές διαφορές στην ερωτική ζήλεια και η αξιοποίηση τους στη Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Θεωρία και Πράξη, Ψυχολογία
Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία στη Διαταραχή πανικού Έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε 201 άτομα με διαταραχή πανικού (με ή χωρίς αγοραφοβία),...
Τί προσφέρει το ταξίδι στην ψυχική μας υγεία; Τα ταξίδια αποτελούν πλέον έναν από τους βασικότερους τρόπους όπου οι...
Μαθαίνοντας να είμαστε ανήμποροι Σύμφωνα με την Αμερικανική Ψυχολογική Εταιρία, η εκμαθημένη αβοηθησία (ή αβοηθητότητα) συμβαίνει όταν το άτομο...
Οι περισσότεροι έχουμε βρεθεί σε καταστάσεις όπου: – Θέλουμε να συντομεύσουμε μία κλήση από διαφημιστική εταιρία… – Ένας συνεργάτης...