Γενικά
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (2019) εκτιμάται ότι περισσότερα από 264 εκατομμύρια άνθρωποι όλων των ηλικιών στον κόσμο έχουν κατάθλιψη, ενώ μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε 17 χώρες το 2012 έδειξε ότι 1 στους 20 ανθρώπους βίωσαν κάποιο επεισόδιο κατάθλιψης τη χρονιά που πέρασε. Η κατάθλιψη παγκοσμίως αποτελεί την κύρια αιτία Ετών Ζωής με Αναπηρία, ενώ στην Ευρώπη καταλαμβάνει τη 2η θέση. Τέλος, μία στις πέντε γυναίκες και ένας στους οκτώ άνδρες βιώνουν κατάθλιψη κάποια στιγμή στη ζωή τους, σύμφωνα με τα υπάρχοντα διεθνή στοιχεία.
Κατάθλιψη στην Ελλάδα
H μελέτη των Σκαπινάκη και συν. (2013) έδειξε ότι 4,3% του ελληνικού πληθυσμού είχε ένα καταθλιπτικό επεισόδιο κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, ποσοστό χαμηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (5,7%).
Νεότερες εκτιμήσεις (2015) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ανεβάζουν το ποσοστό στη χώρα μας στο 5,7% του πληθυσμού.
Τι είναι η κατάθλιψη και ποια τα αίτιά της;
Πρόκειται για μια ψυχική διαταραχή η οποία εμφανίζεται με καταθλιπτική διάθεση, απώλεια του ενδιαφέροντος ή της ευχαρίστησης, μειωμένη ενεργητικότητα, συναισθήματα ενοχής ή χαμηλής αυτοεκτίμησης, προβλήματα στον ύπνο ή στην όρεξη για φαγητό και χαμηλή ικανότητα συγκέντρωσης. Τα συμπτώματα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα να βιώνει το άτομο σημαντική δυσκολία στο να αντιμετωπίσει τις καθημερινές του ανάγκες.
Τα αίτια της κατάθλιψης χρειάζεται να αναζητηθούν σε γενετικούς, ψυχολογικούς και περιβαλλοντολογικούς παράγοντες. Ο κίνδυνος δηλαδή για την εμφάνιση κατάθλιψης μπορεί να οφείλεται στη συνέργεια γονιδίων, τα οποία αλληλεπιδρούν με περιβαλλοντολογικούς ή άλλους παράγοντες, όπως για παράδειγμα η προσωπικότητα του ατόμου. Ψυχικά τραύματα, απώλεια αγαπημένων προσώπων, δύσκολες διαπροσωπικές σχέσεις ή στρεσογόνα γεγονότα μπορεί να πυροδοτήσουν το καταθλιπτικό επεισόδιο, δίχως όμως η παρουσία τους να είναι απαραίτητη για την εμφάνιση ενός επεισοδίου κατάθλιψης.
Ποια είναι η διαφορά μεταξύ «υγιούς λύπης» και κατάθλιψης;
Η λύπη είναι ένα φυσιολογικό συναίσθημα που δημιουργείται από μια πραγματική, χωρίς διαστρεβλώσεις αντίληψη ενός αρνητικού γεγονότος που αφορά απώλεια ή απογοήτευση.
Η κατάθλιψη είναι μια ασθένεια που πηγάζει από σκέψεις που κατά κάποιο τρόπο είναι παραμορφωμένες. Οι σκέψεις αυτές οδηγούν σε συναισθήματα αυτολύπησης και απόγνωσης και αυτά με τη σειρά τους θα οδηγήσουν στην ήττα και στην απελπισία.
Λύπη και κατάθλιψη μπορούν να εκδηλωθούν μετά από μία απώλεια ή αποτυχία των προσπαθειών του ατόμου να εκπληρώσει κάποιο σημαντικό προσωπικό στόχο. Η λύπη ωστόσο εμφανίζεται χωρίς παραμόρφωση. Αφορά μια διακύμανση του συναισθήματος και συνεπώς έχει κάποιο χρονικό όριο, ενώ δεν προκαλεί ποτέ μείωση της αυτοεκτίμησης. Από την άλλη πλευρά, η κατάθλιψη τείνει να συνεχίζεται επ’ αόριστον και προκαλεί πάντα μείωση της αυτοεκτίμησης.
Ένα σχετικό βίντεο που παρουσιάζει τις διαφορές μεταξύ κατάθλιψης και θλίψης:
Υπάρχουν διάφορες μορφές κατάθλιψης;
Σύμφωνα με τη νεότερη ταξινόμηση των ψυχικών διαταραχών (DSM 5), η κατάθλιψη ανήκει στη γενικότερη κατηγορία των καταθλιπτικών διαταραχών και ταξινομείται ως εξής:
Μείζων καταθλιπτική διαταραχή
Τα συμπτώματα χρειάζεται να είναι παρόντα για τουλάχιστον 2 εβδομάδες:
- Καταθλιπτική διάθεση σχεδόν καθημερινά
- Έντονη ελάττωση του ενδιαφέροντος ή της ευχαρίστησης σε όλες ή σχεδόν όλες τις δραστηριότητες στο μεγαλύτερο διάστημα της ημέρας, σχεδόν καθημερινά
- Απώλεια ή αύξηση της όρεξης ή μεταβολή του βάρους
- Διαταραχές του ύπνου
- Ψυχοκινητική διέγερση ή επιβράδυνση σχεδόν καθημερινά
- Κόπωση ή απώλεια ενεργητικότητας σχεδόν καθημερινά
- Αισθήματα αναξιότητας ή ενοχής σχεδόν καθημερινά
- Ελαττωμένη ικανότητα σκέψης, ή συγκέντρωσης ή δυσκολία λήψης αποφάσεων σχεδόν καθημερινά
- Σκέψεις θανάτου ή απόπειρα αυτοκτονίας
Τα ανωτέρω συμπτώματα προκαλούν σημαντικό στρες ή μείωση της λειτουργικότητας του ατόμου σε τομείς της καθημερινότητάς του (κοινωνική, επαγγελματική κ.ά.).
Δυσθυμική διαταραχή
Καταθλιπτική διάθεση στο μεγαλύτερο μέρος της ημέρας, τις περισσότερες ημέρες, για διάστημα τουλάχιστον 2 ετών. Συνοδεύεται με κάποια από τα παρακάτω:
- Μειωμένη όρεξη ή υπερφαγία
- Διαταραχές του ύπνου
- Κόπωση ή απώλεια ενεργητικότητας
- Χαμηλή αυτοεκτίμηση
- Ελαττωμένη ικανότητα συγκέντρωσης ή δυσκολία λήψης αποφάσεων
- Αισθήματα απελπισίας
Τα ανωτέρω συμπτώματα προκαλούν σημαντικό στρες ή μείωση της λειτουργικότητας του ατόμου σε τομείς της καθημερινότητάς του (κοινωνική, επαγγελματική κ.ά.).
Προεμμηνορρυσιακή δυσφορική διαταραχή
Τα συμπτώματα είναι παρόντα την εβδομάδα πριν την έναρξη της έμμηνου ρύσεως, ξεκινούν να βελτιώνονται μερικές ημέρες μετά και ελαχιστοποιούνται μία εβδομάδα μετά το τέλος της έμμηνου ρύσεως:
- Έντονη ευμεταβλητότητα της διάθεσης
- Έντονη ευερεθιστότητα ή θυμός
- Έντονα καταθλιπτική διάθεση, αισθήματα απελπισίας ή σκέψεις υποτίμησης του εαυτού
- Έντονο άγχος ή ένταση
- Μειωμένο ενδιαφέρον για δραστηριότητες
- Δυσκολία στη συγκέντρωση
- Αύξηση της όρεξης
- Διαταραχές του ύπνου
- Σωματικά συμπτώματα όπως: διόγκωση του στήθους, μυϊκοί πόνοι
Αφορά 2% έως 5% των γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικία, ενώ ένα ποσοστό που κυμαίνεται από 18% έως 35% αντιμετωπίζει δυσφορία κατά τη διάρκεια του κύκλου αλλά τα συμπτώματα είναι λιγότερο έντονα και ενοχλητικά.
Τέλος, το μείζων καταθλιπτικό επεισόδιο εμφανίζεται και στην κατηγορία των Διπολικών διαταραχών:
Διπολική διαταραχή
Κατάσταση στην οποία υπάρχουν εναλλαγές της διάθεσης ανάμεσα σε δύο «πόλους»:
- Στο καταθλιπτικό στάδιο το άτομο παρουσιάζει τα συμπτώματα της μείζωνας κατάθλιψης
- Στο μανιακό στάδιο το άτομο έχει υπερβολική ενεργητικότητα, μπορεί να μιλάει διαρκώς, να παρουσιάζει διαφυγή σκέψης ή να έχει μειωμένη ανάγκη για ύπνο
Στοιχεία του μείζονος καταθλιπτικού επεισοδίου εμφανίζονται και στην Κυκλοθυμική διαταραχή, όπου πάλι υπάρχει εναλλαγή της διάθεσης ανάμεσα στους δύο προαναφερθέντες πόλους.
Κατάθλιψη και άνδρες
Τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι η κατάθλιψη εμφανίζεται συχνότερα στις γυναίκες από ότι στους άνδρες, με αναλογία 2:1. Μελέτες όμως φαίνεται να αμφισβητούν τη διαφορά αυτή, υποστηρίζοντας ότι οι άνδρες είναι το ίδιο ευάλωτοι με τις γυναίκες αλλά ένας μεγάλος αριθμός τους δε λαμβάνει τη διάγνωση και συνεπώς δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα.
Η διαφορά στα ποσοστά μεταξύ των δύο φύλων ενδεχομένως να οφείλεται στους παρακάτω λόγους:
- Οι γυναίκες είναι πιθανότερο να επισκεφθούν κάποιο νοσοκομείο (θα καταγραφούν ως περιστατικά)
- Οι γυναίκες είναι πιθανότερο να αποδεχτούν και να αναζητήσουν βοήθεια για τα ψυχολογικά τους προβλήματα
- Οι ιατροί μπορεί να διαγνώσουν ευκολότερα την κατάθλιψη σε μία γυναίκα, εξαιτίας του στίγματος και των συναισθημάτων ντροπής που συνοδεύουν την κατάθλιψη για τους άνδρες, αφού θεωρείται συναισθηματική ευαλωτότητα και όχι ασθένεια
- Η κατάθλιψη και οι συμπεριφορές που τη συνοδεύουν μπορεί να εμφανίζονται με διαφορετικό τρόπο σε άνδρες και γυναίκες. Ορισμένες φορές γίνεται αναφορά για την «κρυφή» κατάθλιψη των ανδρών. Συμπεριφορές όπως το κλάμα ή οι αλλαγές στην όρεξη για φαγητό μπορεί να μην εμφανίζονται στον άνδρα, ενώ αντίθετα να είναι εντονότερα συμπτώματα:
– Κόπωσης
– Ευερεθιστότητας
– Επιθετικότητας
– Θυμού
– Έλλειψης ενδιαφέροντος για την εργασία
– Διαταραχές του ύπνου
– Δύο ακόμη διαφορές είναι:
Η συχνότερη εμφάνιση καταχρήσεων αλκοόλ ή άλλων ουσιών στους άνδρες
Οι άνδρες έχουν 3-4 φορές περισσότερες πιθανότητες να φτάσουν στην αυτοκτονία
- Ορισμένοι άνδρες φαίνεται να επηρεάζονται αρκετά από τον πολιτισμικά καθορισμένο ρόλο που τους έχει αποδοθεί. Η προσκόλληση στον παραδοσιακό ανδρικό ρόλο που θέλει τον άνδρα δυνατό, με περιορισμένη έκφραση των συναισθημάτων του, με υπομονή, επιθετικό κ.ά., είναι συνδεδεμένη με χαμηλότερα επίπεδα ψυχικής υγείας, αφού έχει ως συνέπεια να είναι λιγότερο πρόθυμοι να αναζητήσουν επαγγελματική ή μη βοήθεια για ψυχολογικά προβλήματα. Επιπρόσθετα, η ύπαρξη αντίφασης ανάμεσα στην κατάσταση που βιώνει ο άνδρας και στο πρότυπο του φυλετικού του ρόλου συνδέεται με υψηλότερα επίπεδα κατάθλιψης, άγχους, χαμηλής αυτοεκτίμησης και ικανότητας για εγγύτητα
Επιλόχειος κατάθλιψη
Η επιλόχειος κατάθλιψη ορίζεται ως η κατάθλιψη που εμφανίζεται κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης ή στο διάστημα 4 εβδομάδων μετά τον τοκετό. Μία στις έξι νεο-μαμάδες θα εμφανίσει επιλόχειο κατάθλιψη, πράγμα που μεταφράζεται σε ποσοστό 13%. Τα συμπτώματά της υποχωρούν μετά από 4 έως 6 μήνες, ωστόσο υπάρχει ένα ποσοστό 30%-50% των περιπτώσεων που διαρκούν πολύ περισσότερο, μετατρέποντας την κατάσταση σε χρόνια. Συχνά υποδιαγιγνώσκεται εξαιτίας της μη κατάλληλης ανίχνευσής της, αλλά και της ντροπής και μοναξιάς που κάνουν τη γυναίκα να κρύβει την κατάστασή της από το περιβάλλον της.
Η επιλόχειος κατάθλιψη σχετίζεται με:
- Αυξημένες πιθανότητες εμφάνισης συζυγικού στρες και διαζυγίων
- Αυξημένες πιθανότητες κακοποίησης και παραμέλησης του παιδιού
- Σε ορισμένες περιπτώσεις αυτοκτονία ή βρεφοκτονία
Εκτός από τη μητέρα και την οικογενειακή ζωή εμφανίζονται επιπτώσεις και στο παιδί:
- Αυξημένος κίνδυνος πτωχής νοητικής και κινητικής ανάπτυξης
- Χαμηλή αυτοεκτίμηση
- Πτωχός αυτοέλεγχος και προβλήματα συμπεριφοράς σε βάθος χρόνου
- Αντίκτυπο στις κοινωνικές σχέσεις
- Αντίκτυπο στις γνωστικές του ικανότητες
- Αντίκτυπο στη γλωσσική του ανάπτυξη
Νεότερα δεδομένα παρουσιάζουν ότι και οι άνδρες που γίνονται πατέρες σε νεαρή ηλικία, περίπου 25 ετών, παρουσιάζουν 68% αύξηση των συμπτωμάτων κατάθλιψης κατά τα πρώτα 5 χρόνια της ζωής του παιδιού. Οι άνδρες φαίνεται να επηρεάζονται σε ποσοστό 5%-10% και αυτό συμβαίνει όταν διαμένουν στο ίδιο σπίτι με το παιδί. Οι πατέρες που αντιμετωπίζουν τέτοια προβλήματα χρησιμοποιούν περισσότερο σωματικές τιμωρίες, διαντιδρούν λιγότερο μαζί του και τέλος είναι πιθανότερο να παραμελούν το παιδί.
Κατάθλιψη και αυτοκτονικότητα
Σχεδόν 1 εκατομμύριο άτομα αυτοκτονούν κάθε χρόνο στον κόσμο, πράγμα που μεταφράζεται σε 1 θάνατο κάθε 40 δευτερόλεπτα. Ανασκόπηση των επιστημονικών δεδομένων δείχνει ότι 87% των περιπτώσεων αυτοκτονίας είχε διαγνωστεί με κάποια ψυχική διαταραχή, με το μεγαλύτερο ποσοστό να οφείλεται στις διαταραχές που σχετίζονται με την κατάθλιψη (42%), ακολουθούμενο από αυτό των διαταραχών που σχετίζονται με την κατάχρηση αλκοόλ και ουσιών (41%), ενώ το υπόλοιπο ποσοστό οφειλόταν σε διαταραχές όπως εναντιωματική προκλητική διαταραχή, διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας και διαταραχή διαγωγής. Συνεπώς, η κατάθλιψη και η κατάχρηση αλκοόλ/ουσιών είναι οι κυριότεροι παράγοντες κινδύνου για την αυτοκτονία στο δυτικό κόσμο.
Κατάθλιψη και άλλες νόσοι
Το ποσοστό εμφάνισης κατάθλιψης μαζί με άλλες μη ψυχικές διαταραχές κυμαίνεται από 10% έως 40%. Άτομα που πάσχουν από χρόνια μη μεταδιδόμενα νοσήματα, όπως καρδιαγγειακά προβλήματα, καρκίνος, άσθμα, αρθρίτιδα, σακχαρώδης διαβήτης, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια εμφανίζουν κατάθλιψη συχνότερα από το γενικό πληθυσμό. Υπάρχουν ενδείξεις ότι η κατάθλιψη, μέσω βιολογικών και συμπεριφορικών αλλαγών που προκαλεί στη ζωή του ατόμου, αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση καρδιαγγειακών προβλημάτων. Τέλος, τα άτομα με κατάθλιψη έχουν 37% αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν σακχαρώδη διαβήτη.
Όσον αφορά το ποσοστό εμφάνισης της κατάθλιψης μαζί με κάποια άλλη ψυχική διαταραχή κυμαίνεται από 1% έως 41%. Το υψηλότερο ποσοστό συννοσηρότητας (41%) παρουσιάζεται με τις διαταραχές άγχους (διαταραχή πανικού, κοινωνική φοβία, γενικευμένη αγχώδης διαταραχή) ακολουθούμενο από την κατάχρηση αλκοόλ (40%) και ουσιών (17%). Σχετικά με τις διαταραχές προσωπικότητας, τα μεγαλύτερα ποσοστά εμφάνισης με την κατάθλιψη έχουν η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή της προσωπικότητας (16%) και η παρανοειδής διαταραχή της προσωπικότητας (10%).
Υπάρχει τρόπος αντιμετώπισης της κατάθλιψης;
Η κατάθλιψη μπορεί να αντιμετωπιστεί αφού υπάρχουν αποτελεσματικές θεραπείες (φαρμακοθεραπεία ή/και ψυχοθεραπεία). Ωστόσο τα άτομα με κατάθλιψη ερχόμενα αντιμέτωπα με το στίγμα που χαρακτηρίζει τους «ψυχικά ασθενείς» συχνά αρνούνται να αναζητήσουν βοήθεια στα πρώιμα στάδια της διαταραχής. Αντί λοιπόν να αναγνωρίσουν ότι έχουν ανάγκη επαγγελματικής βοήθειας, αυτοχαρακτηρίζονται «αδύναμα» και «αποτυχημένα», λόγω της αυξημένης δυσκολίας στο χειρισμό πολλών θεμάτων της ζωής τους. Η κατάθλιψη όμως είναι μια ασθένεια και όχι απαραίτητο κομμάτι του φυσιολογικού τρόπου ζωής.
Γνωστική Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία
Η Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία αποτελεί μία από τις περισσότερο τεκμηριωμένες επιστημονικά μεθόδους αντιμετώπισης της κατάθλιψης, με αποτελέσματα τουλάχιστον ανάλογα, αν όχι καλύτερα, με αυτά της φαρμακοθεραπείας, τα οποία έχουν διάρκεια σε βάθος χρόνου.
Τα άτομα με κατάθλιψη εμφανίζουν στη σκέψη τους θέματα απώλειας, ήττας και αποτυχίας. Παρουσιάζουν μία τάση να περιγράφουν τους εαυτούς τους, το μέλλον τους και τον κόσμο που τους περιβάλλει σχεδόν αποκλειστικά με αρνητικούς όρους.
Η θεραπεία βασίζεται στην ιδέα ότι οι τρόποι με τους οποίους ερμηνεύει το άτομο τις καταστάσεις έχουν σημαντική επίδραση στο πώς αισθάνεται και συμπεριφέρεται ως απάντηση στις καταστάσεις αυτές. Όταν κάποιος έχει κατάθλιψη δεν μπορεί συνήθως να δει ξεκάθαρα τα πράγματα αφού κουβαλά ένα αρνητικό βάρος, με αποτέλεσμα οι εναλλακτικές λύσεις να μην είναι ορατές στην προσπάθειά του να λύσει τα προβλήματα.
Συνοψίζοντας, ο A. Beck υποστήριξε ότι:
- Όταν κάποιος έχει άγχος ή κατάθλιψη, σκέφτεται κατά έναν αρνητικό τρόπο με συνέπεια, χωρίς να το καταλάβει, να αντιδρά με δυσλειτουργική συμπεριφορά
- Με λίγη προσπάθεια μπορεί να εκπαιδευτεί ώστε να εξισορροπήσει το διαστρεβλωμένο τρόπο σκέψης του
- Καθώς εξαφανίζονται τα επώδυνα συμπτώματα θα γίνει ξανά δημιουργικός και θα μάθει να σέβεται τον εαυτό του
- Αυτοί οι στόχοι μπορούν να επιτευχθούν σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα με τη χρήση άμεσων, απλών μεθόδων
Τι μπορώ να κάνω για κάποιον που έχει κατάθλιψη;
Συχνά τίθεται το ερώτημα από συγγενείς και φίλους για το πώς μπορούν να βοηθήσουν κάποιον που έχει κατάθλιψη. Στο παρακάτω βίντεο παρουσιάζονται χρήσιμες συμβουλές για την υποστήριξη των ατόμων με κατάθλιψη, ενώ αναφέρονται τρόποι κινητοποίησης ώστε να αναζητήσουν τη βοήθεια που χρειάζονται:
πηγές: DSM 5 (2013). Kuehlwein KT (2010) σε Σίμος Γ (Επ.) Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία. Burns DD (1992) Feeling good. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Κατάθλιψη 2008-2012, Risk and protective factors for suicide and suicidal behavior: A literature review (2008). Butler A και συν. (2006). Cuijepers P και συν. (2007). Ferrari A και συν. (2013). Ford DE και συν. (1998). Garfield CF και συν. (2014). Hasin DS και συν. (2005). Knol MJ και συν. (2006). Martin LA και συν. (2013). Mikkelsen RL (2004). Moussavi S κα συν. (2007). Skapinakis P και συν. (2013). Uzun S και συν. (2009). Vliegen N και συν. (2014). Whooley M (2006). Zartaloudi A (2011). apa.org. nimh.nih.gov. who.int